Δύο άλμπουμ φωτογραφιών και δεκάδες άλλες σκόρπιες
φωτογραφίες. Γαμπροί και νύμφες, μιας άλλης εποχής... μαυρόασπρα
χαμόγελα γεμάτα προσδοκία για το μέλλον. Ένα ζευγάρι που μόλις είχε
αρραβωνιαστεί και είχε ποζάρει στον φωτογραφικό φακό για να κρατήσει για
πάντα στη μνήμη του εκείνες τις στιγμές ευτυχίας.
Ένας νέος που κρατά
με περηφάνια την κιθάρα του, αδέλφια, ξαδέλφια, φίλοι και γείτονες...
όλοι μαζί από την οδό Ησιόδου στην περιοχή Αγίας Αικατερίνης στην
Αμμόχωστο, είχαν κάνει το 1976 το δικό τους ταξίδι μέχρι την Αγία
Τριάδα. Μπήκαν με πολλή προσοχή σε ένα συρτάρι και έμειναν εκεί. Έμειναν
εκεί και περίμεναν... Ένα τραγικό γεγονός τις έφερε στο φως. Ο θάνατος
του Σάββα Λιασή, του ανθρώπου που για 44 χρόνια κράτησε Θερμοπύλες στην
κατεχόμενη γη, του ανθρώπου για τον οποίο έκλαψαν τον περασμένο Μάιο και
«ρωμιοί» και Τούρκοι, ήταν η αφορμή για να συνδεθεί ξανά μια ολόκληρη
γειτονιά με το παρελθόν της.
Η κυρία Τούλα Λιασή, κόρη του Σάββα και της Μαρούλας
Λιασή, άρχισε να σκαλίζει σε ντουλάπια, ντουλαπάκια και συρτάρια και να
βάζει σε τάξη τον πολύτιμο θησαυρό που ο πατέρας της είχε καλά φυλαγμένο
για τέσσερις και πλέον δεκαετίες. Έγγραφα, ημερολόγια, πιστοποιητικά...
δύο άλμπουμ φωτογραφιών και άλλες σκόρπιες φωτογραφίες. Τα πρόσωπα που
της χαμογελούσαν σε εκείνες τις φωτογραφίες δεν της θύμιζαν τίποτα. Τα
τοπία, οι δρόμοι, οι πινακίδες, οι σχολικές παρελάσεις και τα κτήρια της
θύμιζαν όμως την Αμμόχωστο. Έψαξε στα συρτάρια της μνήμης της και
θυμήθηκε. Το 1976 ο πατέρας της, εγκλωβισμένος στην Αγία Τριάδα, μπήκε
στη διαδικασία εξασφάλισης άδειας οδηγού ταξί. «Για να μπορεί να
μεταφέρει τους υπόλοιπους εγκλωβισμένους αλλά και μετά τους
Tουρκοκύπριους και τους Τούρκους που εγκαταστάθηκαν στο χωριό στον
γιατρό ή όπου αλλού έπρεπε να πάνε». Τότε, λοιπόν, έφυγε από την Αγία
Τριάδα και επισκέφθηκε με κάποιο τρόπο και το σπίτι του παππού της κ.
Τούλας στην οδό Ησιόδου στην Αμμόχωστο. «Ο χρήστης του σπιτιού, του
έδωσε ένα κουτί με δικές μας φωτογραφίες τότε», λέει στον «Φ» η κ. Λιασή
και για αυτό υποψιάστηκε ότι «ενδεχομένως και οι φωτογραφίες που βρήκε
στα συρτάρια του πατρικού της στην Αγία Τριάδα να προέρχονται από την
ίδια πηγή»
«Σκέφτηκα ότι έπρεπε να κάνω. Ανήρτησα τις φωτογραφίες στη
σελίδα ''Αμμόχωστος η πόλη μας'' στο facebook και περίμενα. Αμέσως είχα
ανταπόκριση. Κάποιοι έγραψαν ότι γνωρίζουν κάποια από τα πρόσωπα των
φωτογραφιών, κάποιοι άλλοι αναγνώρισαν τους εαυτούς τους και τελικά η
υποψία μου επιβεβαιώθηκε.
Οι άνθρωποι των φωτογραφιών ήταν οι γείτονες
του παππού μου. Οι οικογένειες Μυρίζη, Ασκώτη, Λυσάνδρου και Κασάπη
(Παούσιη). Στην οδό Ησιόδου 19, 21, 13 και 25 στην περιοχή της Αγίας
Αικατερίνης».
«Ήταν και κάποιοι που αναζητούσαν τον εαυτό τους στις
φωτογραφίες. Νόμισαν ότι είχα φωτογραφίες από ολόκληρη την Αμμόχωστο.
Δυστυχώς όμως...».
Αφού εντοπίστηκαν όλοι και με τη βοήθεια άλλων
Αμμοχωστιανών αλλά και φίλων, την περασμένη Δευτέρα, η κ. Λιασή τους
συνάντησε στη Λευκωσία και τους παρέδωσε τις φωτογραφίες. «Ήρθε μια
γειτονιά ολόκληρη. Θύμιζε "reunion" η συνάντησή μας». (Εκεί, βρέθηκε και
ο «Φ»).
Άνοιξαν ξανά το άλμπουμ της ζωής
Για την ίδια η χαρά αλλά και η συγκίνηση απεριόριστη,
«αυτό το σκίρτημα που ένιωσα όταν είδα τους ανθρώπους αυτούς τόσο
χαρούμενους δεν περιγράφεται. Συγκίνηση γιατί τους είδα, χαρά γιατί είδα
στα μάτια τους να ζωντανεύουν καλές αναμνήσεις».
Μετά τη συνάντηση η κ. Λιασή έφυγε και πάλι για την Ολλανδία όπου ζει εδώ και πολλά χρόνια. Θα επιστρέψει σύντομα για να επισκεφθεί και πάλι το σπίτι της στην Αγία Τριάδα.
Μετά τη συνάντηση η κ. Λιασή έφυγε και πάλι για την Ολλανδία όπου ζει εδώ και πολλά χρόνια. Θα επιστρέψει σύντομα για να επισκεφθεί και πάλι το σπίτι της στην Αγία Τριάδα.
Τέσσερις οικογένειες ήρθαν έστω και μέσω του φωτογραφικού
χαρτιού σε επαφή με το παρελθόν τους. Στις περασμένες δεκαετίες οι
άνθρωποι «έκλειναν» τη ζωή τους σε άλμπουμ κι όταν ήθελαν να επιστρέψουν
νοητά στα χρόνια που είχαν περάσει, έβγαζαν τα άλμπουμ από τα
συρτάρια... Μπορεί κάποιος να πει ότι οι φωτογραφίες είναι το τελευταίο
πράγμα που λείπει από έναν πρόσφυγα. Κι όμως, οι άνθρωποι αυτοί, σε μια
καφετερία της Λευκωσίας, 45 χρόνια μετά, άνοιξαν ξανά το άλμπουμ της
ζωής τους και ξαναβρήκαν αυτό που πάντα τους ανήκε... τις αναμνήσεις
τους.
Οι αναμνήσεις ζωντάνεψαν
Ο κ. Χρίστος Μυρίζης ήταν το 1974 19 χρονών και κατοικούσε στο σπίτι με τον αριθμό 23 στην οδό Ησιόδου. Δεν ήταν δυνατό να κρύψει τη συγκίνησή του, όσο κι αν το προσπάθησε κατά τη συνομιλία μας. Είναι ψαράς και ζει στο Τραχώνι της Λεμεσού. «Μια μέρα με πήρε τηλέφωνο ο αδελφός μου και αφού με προετοίμασε ότι θα μου πει κάτι που θα μου αρέσει αλλά και θα με συγκινήσει, μου είπε ότι στο facebook έχει φωτογραφίες μας από το Βαρώσι. Εγώ με τέτοια πράγματα δεν ασχολούμαι.
Αποτάθηκα στα παιδιά μου. Βρήκαμε τις φωτογραφίες και οι
αναμνήσεις ζωντάνεψαν». Δεν αναγνώρισε μόνο την πολυμελή οικογένειά του,
επτά αδέλφια μαζί με τον κ. Χρίστο. Δεν αναγνώρισε μόνο τους γονείς και
τους παππούδες του οι οποίοι έχουν πλέον «φύγει». «Είδα ολόκληρη τη
γειτονιά μας. Ανθρώπους που παίζαμε μαζί όταν ήμασταν παιδιά. Άλλους που
ήρθαν πιο μετά, φίλους... Η κυρία Τούλα μας έφερε ένα χρυσάφι και της
το είπα». Με καμάρι συνεχίζει «είμαι εκείνος ο νεαρός που κρατά την
κιθάρα» και αρχίζει να λέει ένα-ένα τα ονόματα των υπολοίπων ανθρώπων
στις φωτογραφίες». «Είναι οι γείτονες μου», επαναλαμβάνει «και τότε ήταν
αλλιώς τα πράγματα. Οι γείτονες, ήταν γείτονες, ήταν οι φίλοι, οι
άνθρωποι που είχαν σχέσεις μεταξύ τους... όχι όπως τώρα. Τότε παίζαμε
στη γειτονιά ως παιδιά, τότε η έξοδός μας ως νέοι ήταν η γειτονιά μας
και... το σινεμά κάθε μεσημέρι της Κυριακής».
Σήμερα τα εγγόνια του κ. Μυρίζη του ζητούν να τους πει
ιστορίες της τότε εποχής. «Θέλουν να τους τα λέω γιατί τους αρέσουν,
μοιάζουν με παραμύθι για εκείνους και εγώ τους εξηγώ ότι δεν είναι
παραμύθια, είναι πραγματικές. Έγιναν στην Αμμόχωστο και με αυτές τις
φωτογραφίες ζωντάνεψαν τώρα ξανά όλες στη μνήμη μας».
«Ξέρετε, εμείς ζήσαμε και μεγαλώσαμε και κάναμε εγγόνια
και δεν είχαμε ούτε μια φωτογραφία να μας θυμίζει πώς μοιάζαμε όταν
ήμασταν παιδιά...».
Με τη φωτογραφία της νιότης τους στο χέρι...
Ο Ανδρεαγόρας και η Λάλα (Παούσιη) Κασάπη ζούσαν στο σπίτι
αριθμός 25 (στο αδιέξοδο) μαζί με το δίχρονο, τότε, παιδί τους. Σήμερα
ζουν στη Λεμεσό.