Η δραματική συρρίκνωση των εξοπλιστικών προγραμμάτων, στέρησε από την ΕΦ τη δυνατότητα απόκτησης νέων σύγχρονων οπλικών συστημάτων
Μετά από μια εικοσαετία παρατεταμένης εξοπλιστικής στασιμότητας φαίνεται ότι άρχισε να πνέει ούριος άνεμος στο Υπουργείο Άμυνας και την Εθνική Φρουρά, τουλάχιστον στον τομέα της αμυντικής θωράκισης. Η οικονομική και εξοπλιστική νηνεμία που συνόδευσε το σχέδιο Ανάν (2004) και την προσπάθεια ένταξης της Κύπρου στην Οικονομική Νομισματική Ένωση (2008), και η δυσανάλογη αίσθηση της ασφάλειας που προσέδωσε η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην αμυντική επάρκεια του κυπριακού κράτους και την αποτρεπτική ικανότητα της ΕΦ.
Aναλύοντας τις αμυντικές δαπάνες της Δημοκρατίας (μισθοί προσωπικού, λειτουργικά έξοδα, εξοπλιστικά προγράμματα) ως ποσοστό του ΑΕΠ, ο έγκυρος οργανισμός SIPRI καταδεικνύει ότι από το 1.2% του 1985, ο αμυντικός προϋπολογισμός εκτοξεύτηκε στο 5.7% το 1988, στο 7.3% το 1990, στο 9.1% το 1992 και στο 5.5% το 1997. Όμως, από το 2002 –όταν οι δαπάνες μειώθηκαν στο 2.1%– μέχρι το 2019, οι ετήσιοι αμυντικοί προϋπολογισμοί της Δημοκρατίας κυμαίνονταν κάτω από το 2%, παρά το γεγονός ότι η τουρκική επιθετικότητα, από το 2011, άρχισε να γίνεται πλέον απροκάλυπτη στην κυπριακή ΑΟΖ με τη στρατιωτικοποίηση του ζητήματος.
Η δραματική συρρίκνωση των εξοπλιστικών προγραμμάτων, ειδικά κατά την εξαετία 2012-2017 –€69 εκατ. (2012), €42 εκατ. (2013), €29 εκατ. (2013), €60 εκατ. (2015), €46 εκατ. (2016), €68 εκατ. (2017)– στέρησε από την ΕΦ τη δυνατότητα απόκτησης νέων σύγχρονων οπλικών συστημάτων και, παράλληλα, την ικανότητα συντήρησης των υφιστάμενων οπλικών συστημάτων και μέσων, τα οποία διανύουν τη δεύτερη, τρίτη ή και τέταρτη δεκαετία της επιχειρησιακής τους ζωής. Πέραν, όμως, αυτής της επικίνδυνης, για την ασφάλεια της Δημοκρατίας, πρακτικής, η μείωση της στρατιωτικής θητείας σε 14 μήνες (2016) και η μόνιμη, σχεδόν, ενασχόληση της ΕΦ με την εφαρμογή διαφόρων φάσεων αναδιοργάνωσης, δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα στη Δύναμη.
Τον λήθαργο διέκοψε αιφνιδιαστικά ο αντίπαλος, όταν η αποτυχία του Κρανς Μοντανά (2017) και η αιφνιδιαστική ενίσχυση των Τουρκικών Δυνάμεων Κατοχής (ΤΔΚ), με δυσανάλογο αριθμό αυτοκινούμενων πυροβόλων 155 χιλ. και σημαντικό αριθμό γερμανικών αρμάτων μάχης Leopard 2A4, προκάλεσε μεγάλο προβληματισμό στα στρατιωτικά επιτελεία, για τις προθέσεις της Τουρκίας στην Κύπρο. Η πολιτειακή ηγεσία είχε αντιληφθεί πλέον, ότι η παραγνώριση της αμυντικής επάρκειας της Δημοκρατίας έθετε σε αμφισβήτηση την κρατική ασφάλεια και προσέδιδε σημαντικό πλεονέκτημα στον κατοχικό αντίπαλο. Η αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών τα επόμενα χρόνια –σε €97 εκατ. (2018) και €105 εκατ. (2019)– σηματοδοτούσε την ανησυχία της Κυβέρνησης για την αξιοπιστία της αποτρεπτικής ικανότητας της ΕΦ αλλά και για τις βαθύτερες επιπτώσεις της εξοπλιστικής αδράνειας στο Κυπριακό.
Η ενίσχυση του πυροβολικού της ΕΦ με δύο μοίρες 24 αυτοκινούμενων πυροβόλων 155 χιλ./52 διαμ. από την Σερβία τύπου Nora B-52 (2019-2020), η υπογραφή συμφωνίας με την γαλλική MBDA για αναβάθμιση των πυραύλων εδάφους επιφανείας Exocet MM-40 Block 2 σε επίπεδο Block 3 (βεληνεκές 180 χλμ.) και την απόκτηση νέων συστημάτων φορητών συστημάτων πυραύλων εδάφους-αέρος (ΜANPADS) τύπου Mistral 3, αναδεικνύουν δύο σημαντικά ζητήματα. Πρώτο, την αποφασιστικότητα της Κυπριακής Κυβέρνησης και του Υπουργείου Οικονομικών να ανταποκριθούν στα πιεστικά αιτήματα του ΥΠΑΜ και του ΓΕΕΦ για συστηματική επανέναρξη των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Δεύτερο, την επικέντρωση των εξοπλιστικών προσπαθειών του ΓΕΕΦ και του ΥΠΑΜ στην απόκτηση υπερσύγχρονων οπλικών συστημάτων και τεχνολογιών αιχμής, από μια διευρυμένη αγορά που περιλαμβάνει το Ισραήλ, την Γαλλία, τη Σερβία, και άλλα ευρωπαϊκά κράτη.
Σημαντική συμβολή στις εξοπλιστικές εξελίξεις διαδραματίζει ο ίδιος ο πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης, ο οποίος φαίνεται να υποστηρίζει τις επίμονες προσπάθειες του υπουργού Άμυνας Χ. Πετρίδη και του Αρχηγού της ΕΦ Αντιστράτηγου Δ. Ζερβάκη, οι οποίοι υποστηρίζονται από τον γενικό διευθυντή του ΥΠΑΜ Α. Λουκά. Κομβικό ρόλο στην διάθεση των απαιτούμενων κονδυλίων διαδραματίζει, επίσης, ο υπουργός Οικονομικών Κ. Πετρίδης και ο γενικός διευθυντής του ΥΠΟΙΚ Γ. Παντελή, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τις κατεπείγουσες ανάγκες του Υπουργείου Άμυνας με ιδιαίτερη ευαισθησία.
Η Εθνική Φρουρά εισέρχεται δυναμικά στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, που κυριαρχείται από τεχνολογίες αιχμής, την τεχνική νοημοσύνη και αυτόνομα ή μη επανδρωμένα οπλικά συστήματα. Μεταξύ των εξελιγμένων οπλικών συστημάτων που φαίνεται ότι ενδιαφέρουν την ΕΦ, είναι σύγχρονα εξοπλισμένα ελικόπτερα, αντιαρματικοί πύραυλοι 5ης γενιάς πέραν του οπτικού ορίζοντα (non-line of sight ΝLOS), σύγχρονα αντιαεροπορικά πυραυλικά συστήματα νέας γενιάς, μη επανδρωμένες εναέριες πλατφόρμες, περιφερόμενα πυρομαχικά, και άλλα υπερσύγχρονα συστήματα. Η αναδυόμενη εξοπλιστική αναγέννηση της ΕΦ, μετά από δεκαετίες διασπάθισης των ετήσιων εσόδων (εκατοντάδων εκατομμύριων ευρώ) της έκτακτης εισφοράς για την Άμυνα, αποτελεί την ελάχιστη ηθική υποχρέωση της Κυβέρνησης και του Υπουργείου Οικονομικών, έναντι της κατοχικής απειλής και των πολύτιμων πόρων που έχουν προσφέρει οι κύπριοι πολίτες, την τελευταία τριακονταπενταετία, για την άμυνα της ημικατεχόμενης Δημοκρατίας.
ΠΗΓΗ enoplos