Ο άνθρωπος, μπορεί να πετύχει πολλά πράγματα στη ζωή του, φτάνει να έχει πίστη στις δυνάμεις του. Δεν έχει σημασία για πόσο χρονικό διάστημα ασχολείται με οτιδήποτε. Χρειάζεται πάθος, μεράκι και πρωτότυπες ιδέες.
Ένας τέτοιος άνθρωπος, είναι ο 34χρονος Κωνσταντίνος Βορκάς από τη Δερύνεια, χτίστης στο επάγγελμα, ο οποίος από μικρός, είχε πάθος με τη ξυλουργική. Ένα πάθος, που μετέτρεψε σε χόμπι, το οποίο συνεχώς το εξελίσσει.
Τον συναντήσαμε στο σπίτι του ή καλύτερα στο γκαράζ του σπιτιού του, στο οποίο έστησε το εργαστήριο ξυλουργικής του.
Μπαίνοντας στο εργαστήρι, αντικρίζεις μερικές εντυπωσιακές κατασκευές, όπως σκαλιστά ξύλινα παγούρια, αναπαλαιωμένα έπιπλα και τραπέζια από παλέτα. Έχει επίσης, όλα τα μηχανήματα που χρειάζεται για κοπή ξύλων και αναπαλαίωση επίπλων, κάποια εκ των οποίων έφτιαξε μόνος του.
Το γκαράζ του, έγινε για τον ίδιο ένας χώρος στον οποίο βρίσκει τη γαλήνη και ηρεμία, από τις σκοτούρες της καθημερινότητας. Ένας χώρος δημιουργίας.
«Από δώδεκα χρονών δουλεύω στα χτίσματα»
«Από δώδεκα χρονών δουλεύω στα χτίσματα και είναι μια δουλειά που πάντα ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Πήγα στην τεχνική σχολή, μετά πήγα στο ΤΕΙ Κρήτης για να σπουδάσω πολιτικός μηχανικός, αλλά δεν τέλειωσα, λόγω απεργιών. Επέστρεψα στην Κύπρο και ασχολήθηκα με τα χτίσματα. Να σας πω την αλήθεια, ήθελα να βγω από το σχολείο για να εργαστώ από πιο νωρίς ως χτίστης, αλλά βρήκε ο πατέρας μου ότι στην τεχνική Αγίου Λαζάρου στη Λάρνακα, υπάρχει κλάδος για το συγκεκριμένο επάγγελμα. Πήγα εκεί και ευτυχώς τελείωσα το σχολείο».
Όταν επέστρεψε από τις σπουδές και βρήκε δουλειά σε οικοδομές, άρχισε παράλληλα να ασχολείται και με την άλλη του αγάπη, την ξυλουργική. Ξεκίνησε έχοντας μόνο ένα τρυπάνι και ένα σιγατσάκι…
«Ήξερα ότι δεν μπορούσα να το κάνω ως δουλειά, γιατί η δουλειά του πελεκάνου δεν είχε λεφτά. Άρχισα λοιπόν να κάνω κατασκευές με παλέτα για το σπίτι μου. Ήταν η μόδα τότε, οι κατασκευές με τα παλέτα.
Εκείνες τις κατασκευές, τις είδαν κάποιοι φίλοι και μου ζήτησαν να τους κάνω κάποια πράγματα και σιγά σιγά εξελίχθηκε αυτή η δουλειά.
Με τις πρώτες μου δουλειές αγόρασα μηχανήματα, τα οποία χρειαζόμουν για να εξελίξω τη δουλειά μου. Για παράδειγμα με την πρώτη πέργολα που έκαμα, αγόρασα δίσκο για να κόβω τα ξύλα. Μετά αγόρασα τράπανο, πλάνια και έκανα και ένα τόρνο μόνος μου, για τις αναπαλαιώσεις».
«Δεν μου άρεσε να κάνω κάτι απλό»
Χρόνο με το χρόνο βελτιωνόταν και μάθαινε περισσότερα μυστικά του επαγγέλματος. Σε κάποια στιγμή, ένας πελάτης του έδωσε να αναπαλαιώσει ένα έπιπλο του 1920, το οποίο είχε συναισθηματική αξία για την οικογένειά του. Ο Κωνσταντίνος γνώριζε, ότι δεν υπήρχαν περιθώρια λάθους, αφού ήταν ένα κειμήλιο, το οποίο έπρεπε να χειριστεί πολύ προσεχτικά. Αφού το αναπαλαίωσε, έβαλε τη δική του πινελιά, με κάποια σκαλίσματα, δίνοντας του νέα όψη.
«Δεν μου άρεσε να κάνω κάτι απλό, ήθελα τα πράματα που θα έκαμνα να ήταν ωραία και να είχαν δουλειά πάνω τους. Για παράδειγμα στα τραπέζια από παλέτο, μπορούσα να βάλω απλά το παλέτο από κάτω και ένα γυαλί από πάνω και τέλος. Δεν ήθελα όμως τούτο το πράμα. Ήθελα να είναι κάτι ωραίο.
Υπήρχαν επίσης φορές, που ήταν πιο εύκολο να πάω να αγοράσω ξύλα να κάμω παλέτο, παρά να επεξεργαστώ το παλέτο που είχα. Έπρεπε να το ξηλώσω, να το τρίψω, να το ξαναστήσω. Είχε πολύ δουλειά, αλλά τα κατάφερνα».
Η απόφαση για επιστροφή στο σχολείο
Τα χρόνια πέρασαν κι ο Κωνσταντίνος συνεχίζει να εργάζεται το πρωί ως χτίστης και το απόγευμα να δημιουργεί πάνω σε ξύλα. Ήθελε όμως να εξελίξει ακόμα περισσότερο την τέχνη του και να ασχοληθεί με την ξυλογλυπτική. Έτσι, πήρε την απόφαση να επιστρέψει στα σχολικά έδρανα, για να μάθει τα μυστικά του επαγγέλματος.
«Αποφάσισα να αρχίσω νυχτερινό σχολείο, για να μάθω ξυλογλυπτική. Στο σχολείο πάμε μια φορά την εβδομάδα και κλείνουμε περίπου ένα μήνα πριν να αρχίσουμε τις εξετάσεις μας. Πέρυσι λόγω του κορωνοϊού, πήγαμε μόνο τρεις φορές και λόγω του ότι οι υπόλοιποι μαθητές είναι από 70 χρονών και πάνω, ήμασταν από τους πρώτους που σταματήσαμε.
Την πρώτη χρονιά κάναμε μια μαργαρίτα μεγάλη και μια διπλή μαργαρίτα. Αυτές, ήταν οι δύο πρώτες τεχνικές που μάθαμε. Μετά, πήγαμε σε μια τρίτη τεχνική, που είχε συνδυασμό διάφορων τεχνικών. Αν μάθεις αυτές τις τρεις τεχνικές, μπορείς να κάνεις πάρα πολλά πράματα.
Είναι λίγο ακριβό χόμπι, γιατί κοστίζουν και τα εργαλεία, αλλά και τα ξύλα. Για παράδειγμα, δεν μπορείς να χρησιμοποιείς οποιαδήποτε ξύλα. Θα χρησιμοποιήσεις καρυδιά, οξιά, κυπριακό πεύκο, ελιά. Αυτά, είναι τα ξύλα πάνω στα οποία μπορείς να δημιουργήσεις».
Η εκπαίδευσή του, του έδωσε το… εισιτήριο να εφαρμόσει καινοτόμες ιδέες, δημιουργώντας εντυπωσιακά αντικείμενα από ξύλο. Τα πλείστα εξ’ αυτών, τα χαρίζει, είτε σε φίλους, είτε σε γνωστούς.
«Ότι έκανα έδωσα το. Τα παραπάνω τα δίνω δώρα και κάποια τα πουλώ. Έκανα για παράδειγμα μια πίπα που είχε σχήμα νεκροκεφαλή φράουλα. Ήταν για ένα παιδί που δουλεύει στις φράουλες και ήθελαν να του κάνουν δώρο.
Σε μια άλλη περίπτωση, υπήρχε ένας που είναι μανιακός με το surf και έκανα πίπα σε σχήμα σανίδας surf και ένα άνθρωπο πάνω και πίνεις από το χέρι του. Έχει μεγάλη σημασία να εκτιμούν οι άλλοι τα πράγματα που κάνεις. Να τους αρέσουν. Με αυτό τον τρόπο παίρνει θάρρος και συνεχίζεις. Νιώθεις ότι έκανες κάτι καλό».
Παρά την μεγάλη του αγάπη για τη ξυλουργική, δεν σκέφτεται να αφήσει τη δουλειά του χτίστη, για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στο συγκεκριμένο επάγγελμα.
«Η ενασχόληση με το ξύλο με ηρεμεί. Έχει περιπτώσεις που είναι κουραστικό να δουλεύεις το πρωί χτίσματα και το απόγευμα με τα ξύλα. Υπήρχε, θυμάμαι, περίπτωση που προσπαθούσαμε να στήσουμε ένα μαγαζί στην Αγία Νάπα, μέχρι τη μία τη νύχτα και την επόμενη μέρα σηκώθηκα να πάω δουλειά. Αλλά γενικά με ηρεμεί πάρα πολύ αυτό το χόμπι. Σαν τώρα που είμαι με άδεια, περνώ λίγες ώρες εδώ και μετά θα κάτσω να ξεκουραστώ».
Με όσα έχει πετύχει μέχρι σήμερα, ο Κωνσταντίνος αποδεικνύει ότι ποτέ δεν είναι αργά, για να πετύχεις τα όνειρά σου. Φτάνει να έχεις αντοχές και όρεξη για δουλειά. Η ανταμοιβή θα έρθει με το πέρασμα των χρόνων. reporter