Έχασε τη «μάχη» στο Συμβούλιο της Επικρατείας ο Μιχάλης
Χατηζγιάννης, καθώς, όπως έκρινε, τα εισοδήματα και τα εμβάσματα του
Εξωτερικού φορολογούνται ως εισοδήματα από ελευθέρια επαγγέλματα!
Όπως σας έχουμε ενημερώσει, ο δημοφιλής τραγουδιστής οδηγήθηκε σε δίκη… «πιλότο» για τα 5,3 εκατομμύρια ευρώ που είχε βγάλει την περίοδο 2011 - 2012 στην Κύπρο. Το ποσό εντοπίστηκε ύστερα από ελέγχους των καταθετικών του λογαριασμών και η Εφορία του ζητούσε (εφαρμόζοντας πρόσφατες «δρακόντειες» ρυθμίσεις) να καταβάλλει αναδρομικά φόρους ύψους 3,7 εκατομμυρίων ευρώ.
Η 7μελής αυξημένου κύρους σύνθεση του Β’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την υπ’ αριθμόν 884/2016 απόφασή της, έκρινε ότι είναι συνταγματική και σύμφωνη με αρχή της ασφάλειας δικαίου η φορολόγηση εισοδημάτων και εμβασμάτων που εστάλησαν στο Εξωτερικό πριν τις 30 Σεπτεμβρίου του 2010, ημέρα εφαρμογής του νόμου 3888/2010, γνωστού ως νόμου Παπακωσταντίνου.
Η απόφαση εκδόθηκε σε απάντηση προδικαστικού ερωτήματος του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στο οποίο είχε προσφύγει ο Μιχάλης, ενώ την οριστική απόφαση για το θέμα θα λάβει εκ νέου το Διοικητικό Εφετείο.
Πάντως, η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με την οποία τα εισοδήματα και τα εμβάσματα του Εξωτερικού φορολογούνται ως εισοδήματα από ελευθέρια επαγγέλματα, δεν αφορά μόνο τον τραγουδιστή, αλλά και χιλιάδες άλλους φορολογούμενους!
Άλλο θέμα η παραγραφή
Σε κάθε περίπτωση, το θέμα της αναδρομικής φορολόγησης πριν τον νόμο Παπακωσταντίνου θα κριθεί και σε πιλοτική δίκη στο Συμβούλιο, ενώ το μεγάλο ενδιαφέρον για τις υποθέσεις φοροδιαφυγής είναι σε ποσό χρόνο πίσω θα μπορούν να έχουν αξιώσεις οι Αρχές και να διεκδικούν δισεκατομμύρια. Εκεί βρίσκεται το πραγματικό διακύβευμα, με το Συμβούλιο να λέει πως η αναδρομική φορολόγηση είναι συνταγματική «εφόσον, βέβαια, δεν έχει παρέλθει ο προβλεπόμενος στην κείμενη νομοθεσία χρόνος παραγραφής της εξουσίας του Δημοσίου για καταλογισμό του φόρου».
Για την υπόθεση Χατζηγιάννη και άλλες σχετικές υποθέσεις υπήρχαν αντίθετες δικαστικές αποφάσεις. Τωρα, το Συμβούλιο της Επικρατείας ξεκαθαρίζει πως «η καταστολή της φοροδιαφυγής (και, ιδίως, της μεγάλης από απόψεως ποσού), μέσω της διαπίστωσης των οικείων παραβάσεων και της επιβολής από τη διοίκηση των αντίστοιχων διαφυγόντων φόρων, καθώς και των προβλεπόμενων στο νόμο διοικητικών κυρώσεων, συνιστά, κατά το Σύνταγμα (άρθρο 4 παρ. 5 και άρθρο 106 παρ. 1 και 2 ), επιτακτικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος».
Επίσης, οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι «το βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αποδιδόμενη σε ορισμένο πρόσωπο φορολογική παράβαση, η οποία επισύρει την επιβολή σε βάρος του των διαφυγόντων φόρων και συναφών κυρώσεων, φέρει, κατ’ αρχήν, το κράτος» (φορολογική αρχή).
Ακόμη, αναφέρει η απόφαση, «τούτο δεν έχει την έννοια ότι η φορολογική Αρχή υποχρεούται να τεκμηριώσει την παράβαση με αδιάσειστα στοιχεία, που αποδεικνύουν άμεσα και με πλήρη βεβαιότητα την τέλεσή της. Πράγματι, μια τέτοια απαίτηση θα επέβαλε στη Διοίκηση ένα υπέρμετρο και συχνά αδύνατο να επωμισθεί βάρος, ασύμβατο με την ανάγκη ανεύρεσης δίκαιης ισορροπίας μεταξύ, αφενός, των προαναφερόμενων θεμελιωδών αρχών (και των θεμελιωδών δικαιωμάτων που αντλούν από αυτές οι φορολογούμενοι) και, αφετέρου, του επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος της πάταξης της φοροδιαφυγής, που από τη φύση της είναι συνήθως δυσχερώς εντοπίσιμη» και συνεχίζει: «Τούτων έπεται ότι η τέλεση φορολογικής παράβασης, όπως η επίδικη (Σ.σ.: του κ. Χατζηγιάννη), που συνίσταται στην παράλειψη δήλωσης φορολογητέου εισοδήματος, και, περαιτέρω, η ύπαρξη αντίστοιχης φορολογητέας ύλης μπορεί να προκύπτει, κατά την αιτιολογημένη κρίση της αρμόδιας φορολογικής αρχής, όχι μόνο με βάση άμεσες αποδείξεις, αλλά και από έμμεσες αποδείξεις (άλλως, “τεκμήρια”), ήτοι από αντικειμενικές και συγκλίνουσες ενδείξεις οι οποίες, συνολικά θεωρούμενες και ελλείψει άλλης εύλογης και αρκούντως τεκμηριωμένης, ενόψει των συνθηκών, εξήγησης, που ευλόγως αναμένεται από τον φορολογούμενο, είναι ικανές να προσδώσουν στέρεη πραγματική βάση στο συμπέρασμα περί διάπραξης της αποδιδόμενης παράβασης».
Τέλος, σε άλλο σημείο της ή απόφασης, αναφέρεται ότι «η μεταφορά (με έμβασμα) χρηματικού ποσού από τραπεζικό λογαριασμό του φορολογούμενου, στον οποίο δεν υπάρχει συνδικαιούχος, σε άλλο τραπεζικό λογαριασμό του ίδιου προσώπου δεν ενέχει προσαύξηση της περιουσίας του».star
ΚΑΝΤΕ LIKE ΕΔΩ ΚΑΙ ΔΙΑΒΑΣΤΕ... ΣΗΜΕΡΑ ΤΙΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΟΥ... ΑΥΡΙΟ
Όπως σας έχουμε ενημερώσει, ο δημοφιλής τραγουδιστής οδηγήθηκε σε δίκη… «πιλότο» για τα 5,3 εκατομμύρια ευρώ που είχε βγάλει την περίοδο 2011 - 2012 στην Κύπρο. Το ποσό εντοπίστηκε ύστερα από ελέγχους των καταθετικών του λογαριασμών και η Εφορία του ζητούσε (εφαρμόζοντας πρόσφατες «δρακόντειες» ρυθμίσεις) να καταβάλλει αναδρομικά φόρους ύψους 3,7 εκατομμυρίων ευρώ.
Η 7μελής αυξημένου κύρους σύνθεση του Β’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την υπ’ αριθμόν 884/2016 απόφασή της, έκρινε ότι είναι συνταγματική και σύμφωνη με αρχή της ασφάλειας δικαίου η φορολόγηση εισοδημάτων και εμβασμάτων που εστάλησαν στο Εξωτερικό πριν τις 30 Σεπτεμβρίου του 2010, ημέρα εφαρμογής του νόμου 3888/2010, γνωστού ως νόμου Παπακωσταντίνου.
Η απόφαση εκδόθηκε σε απάντηση προδικαστικού ερωτήματος του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στο οποίο είχε προσφύγει ο Μιχάλης, ενώ την οριστική απόφαση για το θέμα θα λάβει εκ νέου το Διοικητικό Εφετείο.
Πάντως, η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με την οποία τα εισοδήματα και τα εμβάσματα του Εξωτερικού φορολογούνται ως εισοδήματα από ελευθέρια επαγγέλματα, δεν αφορά μόνο τον τραγουδιστή, αλλά και χιλιάδες άλλους φορολογούμενους!
Άλλο θέμα η παραγραφή
Σε κάθε περίπτωση, το θέμα της αναδρομικής φορολόγησης πριν τον νόμο Παπακωσταντίνου θα κριθεί και σε πιλοτική δίκη στο Συμβούλιο, ενώ το μεγάλο ενδιαφέρον για τις υποθέσεις φοροδιαφυγής είναι σε ποσό χρόνο πίσω θα μπορούν να έχουν αξιώσεις οι Αρχές και να διεκδικούν δισεκατομμύρια. Εκεί βρίσκεται το πραγματικό διακύβευμα, με το Συμβούλιο να λέει πως η αναδρομική φορολόγηση είναι συνταγματική «εφόσον, βέβαια, δεν έχει παρέλθει ο προβλεπόμενος στην κείμενη νομοθεσία χρόνος παραγραφής της εξουσίας του Δημοσίου για καταλογισμό του φόρου».
Για την υπόθεση Χατζηγιάννη και άλλες σχετικές υποθέσεις υπήρχαν αντίθετες δικαστικές αποφάσεις. Τωρα, το Συμβούλιο της Επικρατείας ξεκαθαρίζει πως «η καταστολή της φοροδιαφυγής (και, ιδίως, της μεγάλης από απόψεως ποσού), μέσω της διαπίστωσης των οικείων παραβάσεων και της επιβολής από τη διοίκηση των αντίστοιχων διαφυγόντων φόρων, καθώς και των προβλεπόμενων στο νόμο διοικητικών κυρώσεων, συνιστά, κατά το Σύνταγμα (άρθρο 4 παρ. 5 και άρθρο 106 παρ. 1 και 2 ), επιτακτικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος».
Επίσης, οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι «το βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αποδιδόμενη σε ορισμένο πρόσωπο φορολογική παράβαση, η οποία επισύρει την επιβολή σε βάρος του των διαφυγόντων φόρων και συναφών κυρώσεων, φέρει, κατ’ αρχήν, το κράτος» (φορολογική αρχή).
Ακόμη, αναφέρει η απόφαση, «τούτο δεν έχει την έννοια ότι η φορολογική Αρχή υποχρεούται να τεκμηριώσει την παράβαση με αδιάσειστα στοιχεία, που αποδεικνύουν άμεσα και με πλήρη βεβαιότητα την τέλεσή της. Πράγματι, μια τέτοια απαίτηση θα επέβαλε στη Διοίκηση ένα υπέρμετρο και συχνά αδύνατο να επωμισθεί βάρος, ασύμβατο με την ανάγκη ανεύρεσης δίκαιης ισορροπίας μεταξύ, αφενός, των προαναφερόμενων θεμελιωδών αρχών (και των θεμελιωδών δικαιωμάτων που αντλούν από αυτές οι φορολογούμενοι) και, αφετέρου, του επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος της πάταξης της φοροδιαφυγής, που από τη φύση της είναι συνήθως δυσχερώς εντοπίσιμη» και συνεχίζει: «Τούτων έπεται ότι η τέλεση φορολογικής παράβασης, όπως η επίδικη (Σ.σ.: του κ. Χατζηγιάννη), που συνίσταται στην παράλειψη δήλωσης φορολογητέου εισοδήματος, και, περαιτέρω, η ύπαρξη αντίστοιχης φορολογητέας ύλης μπορεί να προκύπτει, κατά την αιτιολογημένη κρίση της αρμόδιας φορολογικής αρχής, όχι μόνο με βάση άμεσες αποδείξεις, αλλά και από έμμεσες αποδείξεις (άλλως, “τεκμήρια”), ήτοι από αντικειμενικές και συγκλίνουσες ενδείξεις οι οποίες, συνολικά θεωρούμενες και ελλείψει άλλης εύλογης και αρκούντως τεκμηριωμένης, ενόψει των συνθηκών, εξήγησης, που ευλόγως αναμένεται από τον φορολογούμενο, είναι ικανές να προσδώσουν στέρεη πραγματική βάση στο συμπέρασμα περί διάπραξης της αποδιδόμενης παράβασης».
Τέλος, σε άλλο σημείο της ή απόφασης, αναφέρεται ότι «η μεταφορά (με έμβασμα) χρηματικού ποσού από τραπεζικό λογαριασμό του φορολογούμενου, στον οποίο δεν υπάρχει συνδικαιούχος, σε άλλο τραπεζικό λογαριασμό του ίδιου προσώπου δεν ενέχει προσαύξηση της περιουσίας του».star
ΚΑΝΤΕ LIKE ΕΔΩ ΚΑΙ ΔΙΑΒΑΣΤΕ... ΣΗΜΕΡΑ ΤΙΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΟΥ... ΑΥΡΙΟ